Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2019

Πανσέληνος

   Κρυφά.
   Έφυγε τη νύχτα, όταν όλοι είχαν προ πολλού πάει για ύπνο και θα είχε λιγότερες πιθανότητες να γίνει αντιληπτή. Πήρε μαζί της μόνο ένα πανωφόρι, κλειδιά και τα τσιγάρα.
   Βγήκε από την πόρτα και την έκλεισε προσεκτικά πίσω της. Πόσο φως είχε. Ήταν νύχτα πανσελήνου και παρ'όλο που ο δρόμος δεν είχε φώτα η άσφαλτος έλαμπε με την αντανάκλαση της σελήνης.
   Ξεκίνησε να περπατάει και λίγο πιο κάτω άναψε το πρώτο τσιγάρο. Κοίταξε στ' αριστερά της το παλιό σπίτι με τη σκισμένη κουρτίνα. Ποτέ δεν είχε δει τον ένοικο αλλά πάντα υπήρχε φως νωρίς τα βράδια... 
   Πόσο μόνοι είναι οι άνθρωποι.
   Μόνοι μέσα σε μια μάζα σωμάτων στοιβαγμένα σε ένα γιγάντιο, ασφυκτικά μικρό κόσμο.
   Μόνη ένοιωθε και η ίδια. Και ήταν ένα συναίσθημα που είχε από πάντα. Ωστόσο, μόλις τώρα είχε το καταλάβει... Τίναξε λίγο το σακάκι της από της στάχτες και συνέχισε τη διαδρομή. Μακάρι να μην ξημέρωνε ποτέ. Ο κόσμος να κοιμόταν για πάντα και αυτή να περπατούσε αιώνια στη νυχτερινή γαλήνη των έρημων δρόμων κάτω απ' την πανσέληνο, ακούγοντας μόνο την αναπνοή της, τα αργά της βήματα και βλέποντας τον καπνό απ' το τσιγάρο να ανεβαίνει στο κενό.