Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Ιστορίες από αλλού

   
      Λέγεται πως κάπου, κάποτε σ'ένα μακρινό μέρος οι άνθρωποι ομοίαζαν μεταξύ τους. Τόσο που ο καθένας δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον εαυτό του από τον διπλανό του. Κανείς δεν είχε συναίσθηση προσωπική παρά συνεχώς πίστευε πως είναι παράλληλα το ίδιο άτομο με όλους τους υπόλοιπους. Όλοι, συνεπώς, ήταν κομμάτι ενός μόνο ανθρώπου, μιας κοινής και αδιάσπαστης ύπαρξης.  
      Όταν κάποιος έκανε μια σκέψη και την εξέφραζε κανείς δεν την κατέκρινε καθώς θεωρούσε πως ήταν κάτι που είχε σκεφτεί ένα κομμάτι του, ο ίδιος του ο εαυτός, και επομένως την ενστερνιζόταν. Και όταν πάλι ακουγόταν μια φωνή αντίθετη δεν γινόταν διαμάχη παρά όλοι αποδέχονταν την ύπαρξη και των δύο απόψεων ως κάτι το λογικό και φυσικό.
     Έτσι, δημιουργούταν συνεχώς μια συλλογική συνείδηση, μια συλλογική αντίληψη μέσα από τη σύνδεση μικρών ιδεών του καθενός ξεχωριστά. Όλοι ζούσαν ειρηνικά και ευτυχισμένοι καθώς κανένας δεν σκεφτόταν να βλάψει τον εαυτό του.
     Όμως κάποτε, κάποιος σκέφτηκε πως εφόσον όλοι είναι ένα τότε είναι μόνος στον κόσμο. Και το αίσθημα μοναξιάς μεταδόθηκε σαν πανδημία και κυρίεψε τους πάντες. Και άρχισαν να απομονώνουν τις σκέψεις τους, να χάνουν τον δεσμό τους με τους άλλους και να δρουν απομονωμένοι, αλλάζοντας δίχως να αντιλαμβάνονται την αλλαγή τους σε σχέση με τους υπόλοιπους που άλλαζαν διαφορετικά. Και τότε καθένας βρέθηκε μόνος, περιορισμένος σε ένα μόνο σώμα, σε έναν ψυχρό και αχανή κόσμο γεμάτο ξένους τους οποίους δεν μπορούσε να νιώσει αλλά ούτε και να μοιραστεί μαζί τους τις σκέψεις του.
     Και ξαφνικά ακούστηκε από κάπου μια φωνή, μια σκέψη που εκδηλωνόταν, και όλοι γύρισαν να τον κοιτάξουν και να τον ακούσουν μα κανένας δεν την αισθάνθηκε σαν δική του ούτε και ένιωσε την αντίληψή του να αλλάζει. Όλοι όμως τότε συνειδητοποίησαν πως αυτό που είχε αλλάξει ήταν πλέον ο κόσμος τους και ο ίδιος τους ο εαυτός.

Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2012

Λόγια , λόγια, εσύ

     Μέσα σ'ένα λαβύρινθο από λέξεις βρίσκεις κάποτε αυτό που αναζητάς. Τον διακόπτη που θα σου γυρίσει τον κόσμο ανάποδα και θα σου ανάψει το φως ώστε να μπορέσεις να εξερευνήσεις το νέο που ξεπροβάλλει μπροστά σου. Είναι τόσο μεγάλη η δύναμη του λόγου που σε καιρούς μίζερους και σκοτεινούς αρκεί για να γεννηθεί η ελπίδα. Αλλά και τέτοια είναι η δύναμή του που σε μια στιγμή μπορεί να καταστρέψει μια ηλιόλουστη μέρα, ένα ευτυχισμένο χαμόγελο, μια ζωή.
     Ζούμε μέσα από λόγια, αναπνέουμε μέσα σε λόγια, ο κόσμος μας είναι λόγια. Άραγε αν κάποιος κοιτάξει απέχοντας από αυτήν την κατάσταση τι θα δει; Τι το διαφορετικό βρίσκεται πίσω από αυτό το πέπλο; Είναι καλύτερο ή χειρότερο αυτό που μας κρύβεται;
     Μεγάλη είναι, όμως, και η πιθανότητα ,τελικά, πέρα από τα λόγια να μην υπάρχει τίποτα παρά ένα απέραντο χάος ακατανόητου κενού, ασήμαντο για την ανθρώπινη ζωή και αντίληψη.
     Είναι τελικά τα λόγια αυτά που κινούν τον κόσμο μας και την ίδια μας τη σκέψη. Σκεφτείτε το καλά, ακόμα και οι σκέψεις μας είναι συγκεχυμένες λέξεις, φράσεις, προτάσεις. Λόγια απραγματοποίητα που μερικοί επιλέγουν να εκφράσουν προς τον κόσμο...

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012

Ας μείνει κρυφό σαν σκέψη

Τι είναι ακριβώς η τύχη; Είναι ένα συνοθύλευμα συγκυριών ή μήπως οι ίδιες σου οι επιλογές που ,όπως είπε κάποτε μια απλή υπάλληλος σε ένα καφέ, αποτελούν το πεπρωμένο σου; Όσο προχωράμε στη ζωή μας συνειδητοποιούμε πως τίποτα δεν είναι τυχαίο... ή μάλλον είναι όλα θέμα καθαρά τύχης. Είναι δύσκολο να καθορίσει κανείς τελικά το πώς όλα συμβαίνουν στη ζωή, αν δηλαδή υπάρχει ένα προκαθορισμένο μονοπάτι το οποίο εσύ αγνοών ακολουθείς ή αν όλα είναι ένα χάος μέσα στο οποίο καλείσαι να ανοίξεις χώρο να περάσεις. Από την άλλη πάλι, υπάρχει η περίπτωση να συμβαίνουν και τα δύο ή κάτι από το καθένα. Ίσως τελικά η τύχη να είναι αυτό που ξαφνικά σου παρουσιάζει εκεί που την χρειάζεσαι μια ευκαιρία. Μια ευκαιρία έτοιμη να την αδράξεις...αν το επιθυμείς...ή και αν την αντιληφθείς. Και έτσι, μέσα από αυτή τη διαδικασία κάνεις ένα δικό σου κύκλο, χαράζεις το δικό σου δρόμο στο τέλος του οποίου θα καταλάβεις αν υπήρξες "τυχερός". Βέβαια ποτέ κανείς δεν βίωσε κάποια περίοδο στη ζωή του όπου όλα έρχονται βολικά, όλα τα όνειρα ετών παρουσιάζονται μπροστά του σαν ώριμοι καρποί στα χαμηλά κλαδιά και εκεί να αναρωτηθεί : Γιατί; Ύστερα όμως θα πει : Ευχαριστώ....και θα είναι λίγο. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αρετή από το να εκτιμάς τη γενναιοδωρία και την αξία αυτού που έχεις μπροστά σου...πόσο μάλλον να γνωρίζεις πως τα όνειρα δεν πάνε χαμένα, αρκεί να έχεις υπομονή, ελπίδα και ευγνωμοσύνη...

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Αυτό που είναι

Φεύγοντας ανακάλυψα πως στη ζωή δεν υπάρχει αρχή και τέλος. Είναι απλά μια συμαβτική έννοια μέσα στην οποία προσπαθούμε να εγκλωβίσουμε την ανάγκη μας για κάτι το διαφορετικό. Αχρηστεύουμε το παρελθόν για να δώσουμε σημασία στο παρόν. Κρυβόμαστε στο παρελθόν για να ξεφύγουμε από το μέλλον. Διεκδικούμε το μέλλον για να δώσουμε νόημα στο παρόν. Και όλα αυτά κάτω από τον αόρατο ιστό που υφαίνουμε ασυνείδητα με τις πράξεις μας και ο οποίος κρατά τα πάντα , όσα είμαστε εμείς. Στοιχεία που κρατήσαμε, στοιχεία που αφήσαμε, στοιχεία που προσμένουμε θα είναι πάντα εκεί στο υφαντό που καλείται ζωή. Κι όταν κλείσουμε τα μάτια μας ο αέρας θα το σηκώσει και θα το ταξιδέψει στον κόσμο σαν ένα ελεύθερο κειμήλιο που καθένας ,αν ήταν τυχερός, θα μπορούσε να συναντήσει, να θαυμάσει ή να αποστραφεί.
Κάποιοι φτιάχνουν τον ιστό τους τόσο δυνατό που με αυτόν ψαρεύουν τ'αστέρια... άλλοι τον στολίζουν νωχελικά για τη στιγμή που θα κοσμήσει το σκοτάδι της νύχτας. Όλοι όμως συνειδητοποιούν πως αυτό που είναι μετριάζει τον πόνο που σπουδαία αφήνουν στα κομμάτια της ψυχής τους.

Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2012

Κλεμμένες καρδιές

Η ζωή δεν είναι παιδότοπος να αφήνεις την καρδιά σου να τριγυρνά ελεύθερη. Θα πληγωθεί, θα πονέσει, θα φύγει από τα μάτια σου και θα χαθεί. Ή μπορεί κάποιος να στην κλέψει κι εσύ απεγνωσμένα να ζητάς μια συνάντηση μαζί του, να στην επιστρέψει. Όμως εκείνος θα παίζει μαζί σου σαδιστικά, δε θα σ'αφήνει να κοιμηθείς , θα σε κάνει να τον σκέφτεσαι όλη μέρα : " Άραγε πού είναι αυτή τη στιγμή; τι ζητά από την καρδιά μου; τι ζητά από μένα;"
Το κυνήγι όμως είναι γλυκό μετά από καιρό. Γίνεται εθισμός. Δε θες να σταματήσει. Σου αρέσουν οι περιπέτειες, ανεβάζουν την αδρεναλίνη...
Τι θα γίνει όμως όταν ένα μικρό ερέθισμα, μια μικρή ένδειξη σ'επαναφέρει στην πραγματικότητα; Δεν είναι ένα ονειρικό άτομο, είναι ένας κλέφτης. Κλέφτης ελπίδων, στιγμών, χαράς, συναισθημάτων και σκέψεων. Όλοι τους ζητούν λύτρα, είσαι έτοιμος να κάνεις τη θυσία;

Τρίτη 14 Αυγούστου 2012

Μια λυτρωτική ομολογία

Προσπάθησε να το κρατήσει μέσα του. Μάταια. Με το χέρι του έπιασε το μέτωπο του και έσπρωξε τα μαλλιά του προς τα πίσω βγάζοντας μια βαθιά εκπνοή. Με μια ήρεμη φωνή που όμως έκρυβε τόση ένταση απελευθέρωσε ένα χείμαρρο λέξεων και συναισθημάτων:
" Είσαι ανασφαλής. Πολύ ανασφαλής , ίσως και το πιο ανασφαλές άτομο που έχω γνωρίσει. Κι αυτό γιατί την ώρα που όλοι οι υπόλοιποι του είδους σου κλείνονται στον εαυτό τους, σκέφτονται όλα όσα κάνουν, έκαναν και θα μπορούσαν να κάνουν λάθος ή είναι λάθος πάνω τους, εσύ το αρνείσαι. Αρνείσαι να δεις κατάματα τα ελαττώματα και τα λάθη σου και τα κρύβεις κάτω από μια μάσκα πάντα χαρούμενος, άνετος, υπεράνω όλων. Τα κρύβεις από τον ίδιο σου τον εαυτό, την ίδια σου τη σκέψη, ακόμη και το υποσυνείδητο σου ...γιατί φοβάσαι. Φοβάσαι να πληγωθείς, φοβάσαι να πονέσεις, φοβάσαι να αισθανθείς.Και μέσα στον φόβο σου, εσύ ανάμεσα στους άλλους κλείνεσαι στον εαυτό σου με έναν δικό σου μοναδικό τρόπο. Είσαι εσύ, ένα ανδρείκελο, ένα υπερεξωστρεφές άτομο, μια απλή παρέα για τους άλλους, ευχάριστη μεν, ποτέ όμως δεν αγγίζεις την έννοια "φίλος". Εσύ μόνος σου αρνείσαι να το κάνεις. Αρνείσαι να ανοίξεις τον πραγματικό εαυτό πίσω από αυτό το φαινομενικά αδιάφορο άτομο χωρίς προβλήματα , σκέψεις , έγνοιες, προσωπική ζωή. Φοβάσαι μην αγγίξει κανείς την ευαίσθητη πλευρά σου, φοβάσαι μην μάθει κανείς για σένα πράγματα περισσότερα από όσα ξέρει κάποιος που σε είδε τυχαία μια μέρα καθώς περίμενε στη στάση του μετρό.
Γιατί φοβάσαι; Τι προσπαθείς να κρύψεις; Από ποιον; Τι νομίζεις πως θα πετύχεις με αυτό; Τίποτα! Μια ψεύτικη ζωή μόνο, σαν ένα εικονικό παιχνίδι όπου ο άσχημος παρουσιάζεται ως όμορφος και ο αδύναμος ως δυνατός..."
Ανατρίχιασε. Για πρώτη φορά τώρα κοιτούσε μέσα από τον καθρέφτη τον εαυτό του όπως ήταν, χωρίς αυταπάτες. Τον κοιτούσε κατάματα και μέσα από το μαύρο της κόρης του διέκρινε την καθαρή πλέον αυτοεικόνα του.Ένιωσε μια βαθιά ηρεμία που πήγαζε από ένα αίσθημα λύτρωσης.

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

Η γέφυρα

Έβρεχε. Είχαν περάσει ήδη δύο μέρες που ο καιρός δεν είχε αλλάξει. Ο ουρανός συνέχιζε να ποτίζει με άφθονη βροχή τα πεζοδρόμια δημιουργώντας λίμνες και χείμμαρους εκεί που κάποτε υπήρχε άσφαλτος και πέτρα. Όλη αυτή η κατάσταση ταίριαζε στη ζωή της. Τελευταία ένιωθε χειρότερα από άλλοτε. Πάντα πίστευε πως η ζωή την εκδικείται για το γεγονός ότι τόλμησε και μόνο να γεννηθεί και να αναπνεύσει τον αέρα αυτού του κόσμου. Είχε μόλις βγει από το σπίτι αφήνοντας τη μητέρα της στη σύνηθη κατάσταση νεκροφάνιας στον τριθέσιο καναπέ μετά από ένα βράδυ με σκληρές δόσεις του "βάλσαμού" της. Πριν τρεις μέρες είχε βρεθεί για μια ακόμη φορά στην εντατική αλλά ο θάνατος δεν της είχε κάνει τη χάρη να την απομακρύνει από τη μιζέρια της. Ο πατέρας της και πάλι ήταν απών, απών από παντού και από όλα. Άλλωστε τι ενδιαφέρον μπορεί να είχε ένας άνθρωπος που του άρεσε να τριγυρνά στα σοκάκια και να κάνει τις δουλειές του με ανθρώπους που ο παράδεισος είχε από καιρού αποκληρώσει. Όχι, τα πάντα γύρω της ήταν σε μία διαρκή σήψη και η βροχή που έπεφτε πάνω της δεν τα έκανε καλύτερα. Περνώντας τη μεγάλη λεωφόρο βρέθηκε δίπλα στο ποτάμι. Ανέβηκε τα σκαλιά της γέφυρας και πηδώντας μία δοκό βρέθηκε σε ένα διάδρομο, σε μία εσοχή λίγο χαμηλότερα που προοριζόταν μόνο για τους συντηρητές, αν και μερικές φορές φιλοξενούσε ζευγάρια που ήθελαν να κρυφτούν από τα μάτια του κόσμου. Από εκεί μπορούσε να δει καλύτερα τα ορμητικά νερά του ποταμού να αφρίζουν με μανία. Η αλήθεια είναι ότι θα ήθελε πολύ να φύγει μαζί τους και να τα αφήσει να καθορίσουν όπως θέλουν τη μοίρα της. Πίστευε όμως ότι ακόμα κι αν έκανε κάτι τέτοιο η ίδια η μοίρα δεν θα την άφηνε να γλιτώσει τόσο εύκολα. Σε μια προσπάθεια να καθαρίσει τα νερά που την εμπόδιζαν να δει καθαρά σκούπισε το πρόσωπό της με το χέρι της, όμως μάταια καθώς ήταν κι αυτό βρεγμένα. Είχε φορέσει πρόχειρα το αδιάβροχο που της είχε χαρίσει ο μοναδικός φίλος που ποτέ της στάθηκε σε όλο αυτό το χάος. Αν και πλέον έμενε 50 χιλιόμετρα μακρυά, ερχόταν που και που για να δίνει ένα ελάχιστο νόημα στις άσκοπες μέρες της. Η αλήθεια είναι πως τα συναισθήματά της τον καθόριζαν ως κάτι παραπάνω από έναν απλό φίλο, η λογική της όμως της έλεγε πως κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε ποτέ να είναι δυνατό. Ποια ελπίδα άλλωστε θα μπορούσε να υπάρχει έστω και για να συμβεί το ελάχιστο καλό στη ζωή της...Άρχισε να κλαίει. Τα δάκρυά της δεν ξεχώριζαν από τις σταγόνες που ήδη υπήρχαν παντού στο πρόσωπό της. Γιατί δεν είχε φύγει τότε που μπορούσε; Γιατί δεν είχε τις ευκαιρίες που θα άξιζε; Γιατί δεν είχε το θάρρος και τη δύναμη να βάλει ένα τέλος σε όλα αυτά; Ήθελε να φύγει, να αρχίσει να τρέχει στους δρόμους και στις πλατείες και να ουρλιάζει. Άρχισε να κάνει σπασμωδικές κινήσεις και προσπάθησε να πατήσει στο κάγκελο για να ανέβει στη δοκό της πάνω επιφάνειας. Μέσα όμως στο τρέμουλό της γλίστρησε και έπεσε. Πιάστηκε από μία προεξοχή και προσπάθησε να ανεβεί και πάλι στην εσοχή καθώς κρεμόταν με το ορμητικό ποτάμι από κάτω της. Ήταν όμως πολύ αδύναμη. Το κλάμα της έγινε τώρα πιο έντονο, σπαραγμός. Το χέρι της σιγά σιγά γλιστρούσε και τελικά βρέθηκε στον αέρα. Γρήγορα το νερό την αγκάλιασε και οι αφροί την χτυπούσαν και δεν την άφηναν να καθορίσει την πορεία της. Ένιωσε βαθιά απελπισία, πιο βαθιά από ποτέ. Ζούσε κάτι που δεν της άξιζε καθόλου. Κάτι που δεν θα έπρεπε να είναι δικό της βίωμα αλλά κάποιου άλλου, ανάξιου να σταθεί στον κόσμο. Τα κύματα την στριφογύριζαν στο νερό με μανία και δεν την άφηναν να πάρει ανάσα. Το ποτάμι την έσυρε στα πλάγια , εκεί που το νερό συναντούσε τις πέτρες του πεζοδρομίου έκανε προσπάθειες να πιαστεί από μία όμως μάταια. Και τότε ένα χέρι την άρπαξε και την τράβηξε με δύναμη από την μπλούζα. Ένα δεύτερο την έπιασε από το χέρι και την έσυρε στις πέτρες και έξω από το νερό. Βρέθηκε ανάσκελα να κοιτάει ένα γνώριμο πρόσωπο, αυτόν για τον οποίον είχε πάει στη γέφυρα, αυτόν το οποίον θα συναντούσε μετά από καιρό εκεί. Καθώς έχανε τις αισθήσεις της σκεφτόταν μόνο ένα πράγμα: η ζωή έπαιζε σκληρά παιχνίδια μαζί της, της είχε όμως δείξει εκείνο το πρόσωπο που θα μπορούσε να την απελευθερώσει από τον χείμαρρο της δικής της μίζερης κατάστασης. Ο θάνατος δεν ήταν η λύτρωση γι'αυτήν, αλλά ένα σοκ για να την ταρακουνήσει και να της θυμίσει πως αυτό που πραγματικά θέλει είναι να ζήσει και να παλέψει για κάτι καλύτερο.

Τρίτη 10 Ιουλίου 2012

Εκεί που κάποτε υπήρχες εσύ...

Κάπου μέσα στις αμέτρητες στιγμές της ζωής μας, εκεί, ανάμεσα στα χαμόγελα, τα δάκρυα, τη σιγή, το βλέμμα όλο νόημα, χάνουμε ένα μικροσκοπικό κομμάτι του εαυτού μας. Και είναι πολύ δύσκολο να το αντιληφθούμε εκείνη τη στιγμή. Ίσως ακατόρθωτο. Όταν όμως μετά από καιρούς και χρόνια ανοίξουμε το φωτογραφικό μας άλμπουμ συνειδητοποιούμε ότι πίσω από αυτό το πρόσωπο, το τόσο γνώριμο και οικείο, κρύβεται ένας άλλος άνθρωπος. Αυτά τα μάτια, τα φαινομενικά ίδια και απαράλλαχτα στο πέρασμα του χρόνου, έχουν ξεθωριάσει, καθώς εκεί πάνω, κάπου, κάποτε βρισκόταν αυτό το πρόσωπο, αυτή η αίσθηση, αυτή η πλευρά του εαυτού μας,  χρόνια λησμονημένη.

Είναι να αναρωτιέται κανείς πού πηγαίνουν όλα αυτά και γιατί φεύγουν. Πώς θα ήταν άραγε αν οι καταστάσεις είχαν κυλήσει αλλιώς. Αν το παιδί εκείνο...αν εγώ, δεν είχα βιώσει εκείνη τη στιγμή της απογοήτευσης. Αν καθώς μεγάλωνα δεν γνώριζα τους φίλους που είχα γνωρίσει. Αν η ζωή μου περιλάμβανε λιγότερες στιγμές χαράς, περισσότερη απομόνωση, αβεβαιότητα και ένα εφηβικό χάος ή πάλι το αντίστροφο. Ίσως τώρα ,μετά από όλα αυτά, να ήμουν κάποιος άλλος.

Κι όμως ... η βροχή έξω με κάνει να συνειδητοποιώ πως στην πραγματικότητα ποτέ κανένα κομμάτι μου δεν χάθηκε στο άγνωστο. Δεν με παράτησε, παρά μόνο μεταμορφώθηκε, άλλαξε για να προσαρμοστεί στα θέλω μου μα ποτέ δεν άφησε εκείνο το σημείο στο οποίο κάποτε σταμάτησα να το διακρίνω. Ίσως τελικά, μετά από πολλά χρόνια, τα μάτια δεν αλλάζουν πραγματικά, αλλά ο άνθρωπος πίσω από αυτά έχει πλέον έναν διαφορετικό τρόπο να τα κοιτάζει μέσα από τον καθρέφτη.